fbpx
Μαριαλένα Σεμιτέκολου: «Οι Κυριακές το καλοκαίρι»

Μαριαλένα Σεμιτέκολου: «Οι Κυριακές το καλοκαίρι»

Το πρώτο της –μινιμαλιστικό– μυθιστόρημα καταθέτει η ψυχολόγος Μαριαλένα Σεμιτέκολου, καταφέρνοντας να κερδίσει τόσο το ενδιαφέρον μας –το αναγνωστικό– όσο και τον ενθουσιασμό μας – τον κριτικό. Πράγματι, όλα συμβαίνουν μια καλοκαιρινή Κυριακή. Πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ και πρωί Δευτέρας. Η αντιηρωίδα –γιατί ό,τι της τυχαίνει, τόσο από άποψη μνήμης όσο και από άποψη καθημερινότητας, είναι όντως αντιηρωικό– ξυπνά και αρχίζει να πραγματοποιεί τις δουλειές του πρωινού και παράλληλα χάνεται στο παρελθόν, στα παιδικά της χρόνια, στους ατελέσφορους έρωτες, στους φίλους με τους οποίους περνά κάποιες μέρες κοντά στη θάλασσα, στους γονείς της και σε άλλες μυθιστορηματικές φιγούρες – αυτή της κυρα-Ρήνης είναι φανταστική. Χωρίς ουσιαστικά να κάνει κάτι άλλο πέρα από το να πετάγεται απ’ την κουζίνα στο καθιστικό και από την κρεβατοκάμαρα στο μπάνιο, χωρίς να σκέφτεται κάτι σοβαρό από το οποίο θα μπορούσε να αντλήσει κουράγιο για τη συνέχεια στην κοινωνική ζωή της, χωρίς να βουλιάζει στις αναμνήσεις για να σταθεί όρθια, το αντίθετο, ό,τι της έρχεται στη μνήμη λειτουργεί επιφανειακά, η Μαρίνα θα διέλθει μια Κυριακή χωρίς κυριολεκτικά να κάνει τίποτα το αληθινά ουσιώδες, τίποτα το ψυχολογικά εφικτό. Προς την έξοδο του βιβλίου, η συγγραφέας μπαίνει στο άβατο της αϋπνίας αλλά και στη βάσανο των ονείρων, που η ηρωίδα σχεδόν τραυματικά θα ξεπεράσει. Δευτέρα πρωί θα ξυπνήσει, θα ετοιμαστεί και θα ξεκινήσει για τη δουλειά της –διαθέτει φωτοτυπικό κατάστημα– αφήνοντας πίσω της μια Κυριακή όπως όλες οι άλλες, μια Κυριακή σχεδόν ανεκμετάλλευτη.

Κάπως έτσι δομείται –πάνω κάτω, μέσες άκρες– το μυθιστόρημα της Σεμιτέκολου όσον αφορά τόσο τον θεματικό άξονα, όσο και τον τρόπο της τεχνικής εκφοράς. Η συγγραφέας, παρότι πρωτοεμφανιζόμενη, έχει την ικανότητα και το τσαγανό να διεισδύσει στην ψυχή μιας γυναίκας ταλαιπωρημένης απ’ τη ζωή τουλάχιστον, μιας γυναίκας η οποία δεν στάθηκε τυχερή, όχι γιατί δεν είχε όμορφα παιδικά χρόνια, όχι γιατί δεν αγαπήθηκε όσο θα έπρεπε, όχι γιατί δεν βρήκε φίλους να της συμπαρασταθούν, αλλά γιατί οι επιλογές της φαίνονται μάλλον επιπόλαιες, μάλλον χαλαρές, μάλλον χωρίς δεύτερη σκέψη. Η Μαρίνα έρχεται ως συνέχεια άλλων γυναικών, που κόσμησαν την ελληνική αλλά και την παγκόσμια λογοτεχνία, η ίδια όμως μοιάζει αυτιστική, μοιάζει εσωστρεφής, μοιάζει αποκολλημένη από τον κοινωνικό ιστό, μοιάζει ψυχαναγκαστική. Η συγγραφέας δεν προχωρά βαθύτερα στο να μας αποκαλύψει αν πάσχει από κάποιο έστω και ελαφράς μορφής ψυχικό νόσημα, εμείς όμως βλέποντάς τη να περιφέρεται στο σπίτι χωρίς να κάνει απολύτως τίποτα το αξιόλογο, το άξιο να υπομνηστεί, χαμένη στην άβυσσο της μνήμης, βάζουμε στο μυαλό μας και αυτή την εκδοχή, και αυτή την πιθανότητα.

Το χρώμα που ένα λογοτεχνικό έργο κατέχει και που δεν είναι άλλο από την άσκηση του ύφους, στο παρόν βιβλίο χωρίς υπερβολή αντικαθιστά, χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα, τη δημιουργό με τη βασική ηρωίδα, τις βιωμένες εμπειρίες με την πεζογραφική τους μετατροπή και εν κατακλείδι –και το κυριότερο– τη βασική επιμονή της συγγραφέως να δείξει μια γυμνή γυναίκα και από ρούχα αλλά και από σημαντικά ερεθίσματα που την κρατούν στη ζωή, μια ζωή η οποία δεν παρουσιάζει την παραμικρή ηδονή.

Η λογοτεχνική γλώσσα της Σεμιτέκολου είναι απλή, κατανοητή, λιτή, ελλειπτική, αποσπασματική. Μια γλώσσα δηλαδή που διευκολύνει την αναγωγή ενός μύθου, ο οποίος δεν έχει δα και μεγάλη θεατρικότητα, και μεγάλο κινηματογραφικό σασπένς. Διευκολύνει επίσης στο να παρακολουθούμε εμείς ως αναγνώστες τα πισωγυρίσματα της ηρωίδας, την επιστροφή της στο παρελθόν και την ατομική της προσπάθεια και να αποδράσει και να παραμείνει εκεί. Η γλώσσα της Σεμιτέκολου είναι η καταλληλότερη για να δημιουργηθεί ένας μύθος, που άλλοτε πηγαίνει προς τα πίσω και άλλοτε επιστρέφει στο παρόν –μέλλον δεν υπάρχει, η απαισιοδοξία και η κατάθλιψη απαγορεύουν κάτι παρόμοιο– με μια τεράστια ευκολία, κάτι σαν καλοδουλεμένο μοντάζ. Η ατμόσφαιρα σε άλλες περιπτώσεις παίρνει χαρακτήρα δραματικό, άλλοτε όμως περιγράφει γεγονότα και επεισόδια με μια παιγνιώδη διάθεση, με μια ατελή και γνήσια αγάπη, που η δημιουργός δείχνει προς την προστατευόμενή της. Επίσης, και χωρίς υπερβολή η έξοδος –που δεν είναι Δευτέρα πρωί αλλά Κυριακή βράδυ– όντως περιχαρακωμένη και ιδεολογικά συγκινεί ιδιαίτερα και προκαλεί ποικίλες αντιδράσεις, απ’ τη συμπόνια και τη συμπαράσταση, έως την αποδοχή και την ταύτιση. Τέλος, το ύφος του εξαιρετικού αυτού μυθιστορήματος πάλλει και πάλλεται, αλλάζει δέρμα όπως το φίδι, κινείται άλλοτε στα όρια της τραγωδίας και άλλοτε –όσον αφορά, για παράδειγμα, την ερωτική πλευρά που δεν ευοδώνεται– στα όρια της φρικτής σχέσης, η οποία και διαλύθηκε χωρίς να γνωρίζουμε πολλές λεπτομέρειες. Το χρώμα που ένα λογοτεχνικό έργο κατέχει και που δεν είναι άλλο από την άσκηση του ύφους, στο παρόν βιβλίο χωρίς υπερβολή αντικαθιστά, χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα, τη δημιουργό με τη βασική ηρωίδα, τις βιωμένες εμπειρίες με την πεζογραφική τους μετατροπή και εν κατακλείδι –και το κυριότερο– τη βασική επιμονή της συγγραφέως να δείξει μια γυμνή γυναίκα και από ρούχα αλλά και από σημαντικά ερεθίσματα που την κρατούν στη ζωή, μια ζωή η οποία δεν παρουσιάζει την παραμικρή ηδονή.

semitekoloΕιλικρινά το λέω ότι με ερεθίζει να διαβάζω βιβλία πρωτοεμφανιζόμενων, νέων, κάπως μεγαλύτερων, που ισορροπούν σε τεντωμένο σχοινί στον ριψοκίνδυνο στίβο της λογοτεχνίας και να γράφω γι’ αυτούς, ακόμη και σε μια προσπάθεια εμψύχωσής τους και ενθάρρυνσής τους για να συνεχίσουν. Έτσι συνέβη και με το μυθιστόρημα της Σεμιτέκολου. Και πάλι διαβάζω –πολλές φορές και απλοϊκά πράγματα, παρ’ όλα αυτά συγκινητικά– για να έχω μια ολοκληρωμένη άποψη στο ποιοι απ’ αυτούς τους νέους συγγραφείς θα προχωρήσουν, ποιοι θα διαγράψουν μια πορεία σημαντική, ποιοι θα χαράξουν το μέλλον της λογοτεχνίας στη χώρα μας, και ποιοι εντέλει θα με απογοητεύσουν, καθώς ενώ ξεκίνησαν καλά, στην πορεία η συνέχεια δεν θα είναι ανάλογη. Έχοντας αυτή τη διαστροφή εντέλει, μπορώ παράλληλα και ο ίδιος να προσαρμόζω και τα γραπτά μου και τα γούστα μου αλλά και την αισθητική μου σε συσχετισμό με ό,τι μου προσφέρεται να κριτικάρω.

 

Οι Κυριακές το καλοκαίρι
Μαριαλένα Σεμιτέκολου
Ίκαρος
100 σελ.
ISBN 978-960-572-233-3
Τιμή €11,90
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Ελένη Καραγιάννη: «Το κόκκινο τάπερ»

Όταν έφτασε στα χέρια μου αυτή η πρώτη συλλογή διηγημάτων της Ελένης Καραγιάννη ήμουν βέβαιη, διαβάζοντας τον τίτλο, ότι θα ήταν γεμάτη αγάπη όπως ένα μαμαδίστικο «κόκκινο τάπερ» και δεν γελάστηκα....

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Γιώργος Αγγελίδης: «Σκοτεινή κληρονομιά»

Η Σκοτεινή κληρονομιά του Γιώργου Αγγελίδη αποτελεί μια ενδιαφέρουσα αφήγηση, που συνδυάζει με δεξιοτεχνία τη φαντασία και το κοινωνικό δράμα. Ο συγγραφέας, μετά την «Τριλογία του φεγγαριού», αποφασίζει να...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Χρυσοξένη Προκοπάκη: «Αβαρής»

Το τελευταίο πεζογραφικό βιβλίο της Χρυσοξένης Προκοπάκη έρχεται για να διευρύνει τα όρια του αφηγηματικού λόγου και τον κάνει να εναγκαλισθεί μεθόδους και τεχνικές του θεάτρου και, συγκεκριμένα,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.