«Παιχνίδια του μυαλού (Ντόρις Λέσινγκ)» του Πέτρου Γκάτζια
- Η Ντόρις Λέσινγκ έχει τιμηθεί με Νόμπελ λογοτεχνίας, μόνο που δεν το ξέρει ακόμη. Πολλοί δημοσιογράφοι την περιμένουν στο κατώφλι του σπιτιού της και της λένε το χαρμόσυνο νέο. Εκείνη απλά ντυμένη, με τα ολόλευκα μαλλιά της πιασμένα κότσο και κρατώντας τα ψώνια της ημέρας, απλώς αναφωνεί βγαίνοντας από το ταξί που τη μετέφερε: «Ω, Θεέ μου!».
Πιστή πάντοτε στη βασική αρχή της: «Όσο λιγότερα και ουσιαστικότερα μένουν στη χούφτα μας, τόσο περισσότερο αγγίζουμε την ευτυχία». Ήταν τότε 88 ετών. Η γηραιότερη στην οποία απονεμήθηκε ποτέ το Νόμπελ. «Επική αφηγήτρια της γυναικείας εμπειρίας, που με σκεπτικισμό, θέρμη και ενορατική δύναμη διερευνά έναν διχασμένο πολιτισμό», ήταν το σκεπτικό της Σουηδικής Ακαδημίας.
Η ίδια συνήθιζε να λέει ότι γεννήθηκε «σε έναν διαλυμένο κόσμο» και πως από παιδί, λες και γνώριζε το τι θα συμβεί, προσπαθούσε να συγκρατεί τις εικόνες που ήθελε να θυμάται, για να μπορεί αργότερα να λέει: «Αυτό πραγματικά συνέβη και όχι αυτό που οι ενήλικες λένε ότι συνέβη. Γιατί τα παιδιά μπορούν εύκολα να υποκύψουν σε όσα λένε οι γονείς τους. Αυτές, πιστεύω, είναι και οι περισσότερες αναμνήσεις των παιδιών. Ωστόσο, οι πραγματικές μνήμες βγαίνουν μέσα από τις ψεύτικες, με την αφή των πραγμάτων, τη μυρωδιά τους, τον ήχο τους, τη γεύση τους».
Η Λέσινγκ είναι αλήθεια πως είχε πολλά να συγκρατήσει στο μυαλό της. Γεννημένη στο Ιράν από Βρετανούς γονείς, μεγάλωσε στη σημερινή Ζιμπάμπουε, η οποία τότε ονομαζόταν Ροδεσία, προτού φύγει τελικά για τη Βρετανία το 1949. «Χρησιμοποιούμε τους γονείς μας σαν να είναι όνειρα στα οποία ανατρέχουμε όταν το έχουμε ανάγκη. Είναι πάντοτε εκεί και για αγάπη και για μίσος».
Συχνά, λες και ήταν ντετέκτιβ, η Λέσινγκ παρατηρούσε τις παλιές φωτογραφίες των γονιών της για να ανακαλέσει –σύμφωνα με το αγαπημένο της παιχνίδι– όσο περισσότερες μνήμες μπορούσε. Ωστόσο, το μυαλό έπαιζε και αυτό τα δικά του παιχνίδια: «Το μυαλό, όπως και να ’χει, σε ξεγελά. Βέβαια και το κάνει. Εάν κρατάς ημερολόγιο και κοιτάζεις αυτά που είχες γράψει παλιά, δεν τα θυμάσαι καθόλου. Τα θυμάσαι διαφορετικά. Η μνήμη παίζει σίγουρα τα παιχνίδια της. Είναι μια πολύ δημιουργική μνήμη».
Θυμάται τους δικούς της, αλλά και άλλους Βρετανούς στη Ροδεσία, να πιστεύουν πραγματικά στις αξίες της πάλαι ποτέ Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Εκείνη αντιδρούσε: «Εγώ και μισή ντουζίνα άνθρωποι ήμασταν οι μόνοι που γιορτάσαμε την ανεξαρτησία της Ινδίας. Μας θεώρησαν απόλυτους προδότες γι’ αυτό. Τώρα είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς κάτι τέτοιο, έτσι δεν είναι;»
Από τότε οι μνήμες κυριαρχούσαν πάντοτε στη ζωή της, όπως και ο διαφορετικός τρόπος που έβλεπε τα πράγματα: «Είχα μια διπλή ενόραση των πραγμάτων… αυτή την αίσθηση ότι ανήκεις και δεν ανήκεις κάπου. Κατά μία έννοια, αυτό είναι καλό για έναν συγγραφέα».