fbpx
«21+1 φθινοπωρινά ποιήματα» – Αφιέρωμα στο φθινόπωρο (II)
Φωτογραφία: Αλέξιος Μάινας

«21+1 φθινοπωρινά ποιήματα» – Αφιέρωμα στο φθινόπωρο (II)

επιμέλεια/συντονισμός αφιερώματος: Αλέξιος Μάινας

Ποιήματα με φθινοπωρινή θεματική

Γιώργος Βαρθαλίτης

ΙΔΕΟΓΡΑΜΜΑ

Kάποια λουτρόπολη έρημη στη Βαλτική
Κάτω απ’ το βόρειο σέλας ποντισμένα πλοία
Μες στις αψίδες του φθινόπωρου άνεμοι γλαυκοί
Τα παγωμένα του Νηρέα μαυσωλεία.

 

Γιώργος Βέης

ΚΑΡΠΟΦΟΡΙΑ

(στην Άντεια Φραντζή)

Προς τον Παγώνδα, στροφή δεξιά
το κυπαρίσσι το ξέρει ήδη
είμαστε από βροχή και σκέψεις αυτή τη στιγμή
σχεδόν έτοιμοι για έναν περίπατο χωρίς σκοπό
έτσι, με το τραγούδι των ετοιμόρροπων σπιτιών
στην άκρη του λόφου ν’ ακούγεται
όχι το ίδιο πάντα αλλά να μας θυμίζει σταθερά
ό,τι θελήσαμε πολύ πριν από χρόνια
παραλλαγές της αιωνιότητας είναι
όπως την διεκδικήσαμε ποθώντας την
προσαρμοσμένη βέβαια στο δικό μας πάντα βλέμμα
κοίτα όμως τώρα το πέταγμα της πέρδικας
αλλιώτικο, καθώς χαμηλώνει επικίνδυνα πάλι
πάνω από τη μάντρα με τα ξεχασμένα των βίων
να προλάβει να πάει στη φωλιά της όσο γίνεται πιο γρήγορα
προτού κατέβει ο ουρανός
το μαύρο σύννεφο και χάσει τα παιδιά της
μέσα στην καταιγίδα που ασφαλώς έρχεται
από την άλλη άκρη του Κόσμου
μα εμείς δεν το ξέρουμε και περπατάμε χωρίς ομπρέλες
χωρίς καν το πολύτιμο προαίσθημα της πτώσης
διαβάζοντας ακόμα τις πρώτες σταγόνες
που ήδη άρχισαν να πέφτουν
λες κι είναι σινιάλα
απλά και φιλικά του φθινοπώρου.

 

Λένια Ζαφειροπούλου

ΑΣΚΕΠΕΙΣ ΛΥΓΜΟΙ

Θλιμμένοι όλοι οι ποιητές: η ευτυχία τελικά δεν είναι απαύγασμα. Φιδογυρίζει, ένα θολό ρυάκι
και βρέχει, βρέχει πλούτο από πάνω της, το ασήμι παραχώνεται στην καρπερή κολλώδη λάσπη.
Ποτέ δεν στραφταλίζει άσκοπα στα χέρια της, εξάλλου έχει πάντα συννεφιά. Και τότε πώς την
ξεχωρίζεις από τη γνήσια δυστυχία τη σκοτεινή;

Κάτω απ’ τον διαμαντένιο ήλιο του Κονγκό σπάνε οι πολίτες διαμαντόπετρες.

Ναι, πώς την ξεχωρίζεις; Απ’ τα κοφίνια με τα περισσεύματα. Γέμισαν τα καλάθια σωρείτες
ζουμερούς και λασπερή σπορά ευδαιμονίας. Καλάθι ξέχειλο για κάθε εγγονή, τον λύκο
να κεράσει καθ’ οδόν και να τον πείσει να γυρίσει από κει που ’ρθε. Άδικα τρέμουν οι γιαγιάδες
στα κρεβάτια τη μυθική απειλή.

Εσάς δεν σας τρομάζει η ευτυχία κι η δυστυχία πια δεν σας ελκύει;

Εργάτες κλωστοϋφαντουργίας στο Μπανγκλαντές.

Εσείς δεν επιχαίρετε. Ούτε πενθείτε πλέον. Ξέρετε, είναι για μας φθινόπωρο. Η εποχή των όψιμων καρπών.
Ή και των μαραμένων. Λύκοι την πύλη δεν περνούν. Μονάχα εγγόνια. Γαλήνιοι τροχήλατοι
οργώνουν τους δρομίσκους και αργυρώνητοι άσπροι άγγελοι πίσω απ’ την πλάτη τους
τους σπρώχνουνε καρτερικά στην τελική οδό της σωτηρίας.

 

Λένα Καλλέργη

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΗΣ ΜΕΡΑΣ

Μέρα, δεν ήσουν δυνατή
μια λαμπερή πρωταγωνίστρια
σαν εκείνες του Αύγουστου στις παραλίες
με θαυμαστές για να τις ονειρεύονται.

Ούτε ψυχρή και λευκή
με αστραφτερά μαλλιά και παγωμένο βλέμμα
που υπνωτίζει ως τη χειμερία νάρκη.

Ούτε όμορφη κι ελαφριά
με το μυαλό συνέχεια στα κεράσια
και χείλη τόσο κόκκινα που να απαιτούν
εραστές κι απόγονους.

Ήσουν χλωμή και μικρόσωμη.
Η εποχή σε σκοτείνιαζε αφόρητα.
Το βλέμμα σου έφευγε μακριά
όλο νεύρα και κλάματα.

Ανυπόφορη.
Δεν πάχαινες με ξερά σύκα και ρόδια
δεν γεννούσες ό,τι ήθελαν.
Μόνο γκρίνιαζες
σε λιμάνια και τρένων σταθμούς
στα πίσω καθίσματα των αυτοκινήτων:
«Αφήστε με ήσυχη να ζωγραφίσω
αφήστε με να πάω να θυμηθώ».

Εσένα, δεν ήξεραν τι να σε κάνουν.
Από πού να κρατήσουν τόσο εύθραυστα δάχτυλα;
Τρομερή η νοσταλγία σου.

Ήσουν άξια της μοίρας σου.
Ήρθαν όλοι το σούρουπο
όρμησαν στο κορμί σου με φωνές και γιουχαΐσματα
μ’ έναν τρόμο στα μύχια για ό,τι φέρνει το ευαίσθητο.

Σε διαμέλισαν.
Στείλαν τα πορφυρά σου ως μακριά, στον ορίζοντα
κι είδαμε, δυο λεπτά, πόσο χρύσιζε η θλίψη σου
καθώς έσβηνες
κι έπιανε μια βροχή ψιλή
της εποχής
αναμενόμενη.

 

Άγγελος Καλογερόπουλος

ΠΑΕΙ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

Πάει το καλοκαίρι

Άφησε το φεγγάρι του στην αμμουδιά
Καυτές ανάσες στ’ άδεια του μπουκάλια
Κόκκινο αίμα στους έρημους δρόμους

Πάει το καλοκαίρι

Τυλίγεις το σταρένιο σου κορμί με μια ζακέτα
Φεύγουν τα πλοία
Μένουνε τα πουλιά στα βράχια.

 

Τασούλα Καραγεωργίου

ΤΟ ΑΜΑΞΙ ΤΟΥ ΑΓΡΑ

Τη θλίψη τους κάποτε απάνω σου
οι ποιητές ακουμπούσαν, Φθινόπωρο.
Μεσοπόλεμος· κι έπεφτε
στον θλιμμένο του κάμπο
της βροχής ο τροχαίος
– σαν χτύπος πρωθύστερος
ρολογιού που ανάποδα γύρισε.

Πάλι βρέχει·
δεν είναι όμως πια
η βροχή μια δικαίωση της μέσα μας λύπης·
σαν ενόχληση μοιάζει,
με λάσπες στην άσφαλτο,
φορτηγά που λερώνουν στις στάσεις
κι ένα φόβο βαθύ για τη φύση που θύμωσε.

Πάλι βρέχει·
στον υπόγειο καθώς μπαίνω σταθμό,
νοσταλγώ θαλπωρή σε μια τσίγκινη στέγη.

(Ίσως πάρω, μιαν άλλη φορά, το αμάξι του Άγρα,
που ακόμα προσμένει.)

 

Ηλίας Κεφάλας

ΣΠΑΡΑΧΤΙΚΟ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

Ας επιχειρήσουμε και πάλι
Τον έρημο περίπατό μας στη βροχή
Κάτι θα έχουν να μας πουν τα βιαστικά ρυάκια
Κάτι θα έχουν να μας πουν τ’ ανήσυχα φυλλώματα
Κάτι θα έχουν να μας πουν ακόμα
Οι σκοτεινοί και σιωπηλοί διαβάτες
Μ’ αυτό το πνεύμα της αόριστης προσήλωσης
Σ’ ένα μυστήριο και ανερμήνευτο κάτι

Ω αχνάδα της περιφερόμενης μοναξιάς
Κάνεις τόσο πολύκροτο αντηχείο τη σιωπή σου
Κι είμαστε μόνοι μέσα στο βαθύ
Σπαραχτικό φθινόπωρο

 

Σοφία Κολοτούρου

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

Πολεμήσαμε όλη μας τη ζωή για μιαν ιδέα, που χάνεται καθώς τα σύννεφα σκιάζουν τον ουρανό.
Ίσως είναι καιρός να τελειώσει το καλοκαίρι, να φορέσω το ταγέρ το αυστηρό.

Μαζεύω τα πράγματα κι αφήνω το ξενοδοχείο, ακολουθώντας μια περίεργη γραμμή.
Στο βάθος του ορίζοντα προσμένει το πλοίο, έτοιμο να φύγει από στιγμή σε στιγμή.

Εποχή ανασυγκρότησης, αναθεώρησης, καινούργιων οραμάτων, νέων στόχων, νέων θεσμών.
Το φθινόπωρο έρχεται με ορμή να λάβει τη θέση του στη βασιλεία των ουρανών.

 

Μαρία Κουλούρη

ΜΕΡΕΣ ΜΙΚΡΕΣ

Πάντα ήθελα ένα σπίτι
Μισό δικό μου το άλλο μισό
να το αφήνω στα πουλιά τις μέρες τις ζεστές
Με τα δέντρα του γυμνά πάλι να το βρίσκω
Από το παράθυρο την πτώση των φύλλων
την αποχώρηση να επιβλέπω
Πάντα ήθελα ένα σπίτι για το φθινόπωρο
Στηρίζω πολλά στην εποχή αυτή
Πιστεύω ακράδαντα στο νοτισμένο χώμα
στο πράσινο χρώμα που με τόσο θάρρος ξεθωριάζει

 

Στάθης Κουτσούνης

ΥΓΡΗ ΠΑΝΔΑΙΣΙΑ

Μια γυναίκα με μακριά αδύνατα πόδια
χορεύει στις στέγες στα δέντρα στους δρόμους

ξαφνικά χτυπά το τζάμι στο παράθυρό μου
ανοίγω και μπαίνει στο δωμάτιο
λικνίζεται πάνω στα έπιπλα
στο πάτωμα στα γραπτά μου

σε κοιτάζω και τρυπώνεις μέσα μου
σε ρουφούν ολόκληρη τα σπλάχνα μου
ευθύς μόνον εσύ κατοικείς τη σκέψη μου
και κανείς πια δε χορεύει στο δωμάτιο

απ’ το σώμα μου μόνο αναβλύζουν
λέξεις υγρές
ενώ έξω τα φύλλα των δέντρων
συνεχίζουν να πέφτουν ακάθεκτα

 

Δημήτρης Λεοντζάκος

ΜΕΤΡΩΝΤΑΣ

1. Τήξη της ποίησης:
μεσημεράκι

2. από τις πέντε πέφτει
χιόνι:
κι όμως
μέσα στα χέρια μου
η ποίηση σαν κοκαλάκι
που δεν λιώνει

3. όχι πια σιωπή

4. η ασύλητη ομορφιά του Bach
με βροχή

 

Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ ΟΠΩΣ ΔΙΛΗΜΜΑ

Κάτι άσπιλο σαν προμήνυμα φτερών
ανάλαφρα κινεί το χρώμα στα λουλούδια.
Δεν μιλώ για το χέρι που διευθύνει μετέωρο
το ρίγος των πουλιών
ούτε για τα προσχήματα
πίσω απ’ το βήξιμο των καλεσμένων
−παροπλισμένα φερ φορζέ
μετρούν τη φλούδα της απόστασης
όσο το σώμα θριαμβεύει στον πυθμένα−
μα για τον καταγάλανο άνεμο
που χλωμιάζει και ξαφνιάζεται
σαν δωδεκαετής Ιησούς
πριν στον ναό του προορισμού του εισέλθει.
Ως εδώ.
Η φράση αυτή
πρέπει να δείχνει μισοτελειωμένη.

 

Αρτέμης Μαυρομμάτης

ΟΠΩΣ Η ΦΩΤΙΑ ΠΟΥ ΠΕΦΤΕΙ

Τα φύλλα πέφτουν
γίνονται θρύψαλα
κάτω από τις ερπύστριες
των σκουληκιών

Το σκοτάδι μεγαλώνει
ορίζει τον εαυτό του
ως τόπο κατοικίας
για νύχτες γεμάτες κρότο
και λάμψη

Έχει αλλάξει η ώρα
οι φλέβες μυρίζουν βενζίνη

κι η καρδιά του Νοέμβρη χτυπά
όπως η φωτιά
που πέφτει από ταράτσες

 

Πέννυ Μηλιά

ΠΡΟΟΔΟΣ

Δεν με τρομάζουν πια τα πρωινά του φθινόπωρου
Έχει η αγάπη λειμώνες, το ξέρω
Έρχονται πουλιά στο κατώφλι
Βρέχονται οι λίμνες και οι θάλασσες
Έρχονται από παντού
Τα νερά, τα κρεμαστά μπαλκόνια
Φρέσκες, δροσερές ακτίνες λαμπτήρων
Η πόλη γλιστράει
Τίποτα δεν γυρίζει
Όλα προχωρούν αμετάκλητα προς την θάλασσα

Το νερό σκεπάζει το Αιγαίο

Έλα καλέ μου
Ένα κερί μάς μένει
Άναψέ το.

 

Παναγιώτης Μηλιώτης

ΚΑΤΩ ΑΠ’ ΤΟ ΧΩΜΑ

Τώρα βασιλιάς είναι το φθινόπωρο
με τις φθαρμένες σιδερένιες μπότες του
με μια μαγκούρα στο δεξί του χέρι
που την παρέλαβε απ’ την άνοιξη
προχωρά κι εποπτεύει τα κατορθώματά του
−έτσι φαίνεται− ότι τα χελιδόνια φύγαν νωρίτερα
κι ότι άνεμος ούριος σύντομα θα μας ανακούφιζε
−έτσι δήλωνε−
που ’ναι λοιπόν ο άνεμος;

Ας έρθει έστω μέσα Νοεμβρίου
για να βεβαιώσει ότι τούτη η αρχή δε θα ’ναι
τόσο άχαρη και σκλάβα όσο η προγενέστερη.
Τι σύγχυση και τούτη ρε Φθινόπωρο
να προχωράς και να σε νοιάζει
μονάχα πόσο σκληρά τους υπηκόους θα πατάς
και ξαφνικά –για καμιά ώρα–
τα σύννεφα να ξεσπάνε σε μπουνιές
κι έπειτα ο ήλιος να με υποχρεώνει
να κρατώ στο χέρι το δερμάτινο.
− Γιατί να τρέμουμε χωρίς πετρέλαιο;
Άρα καλό το βρίσκω να ζεσταίνομαι φθινόπωρο
και τα δέντρα ρίχνουν μεμιάς τα φύλλα
ναι έτσι δείχνουν οι καιροί ότι τα ψέματα τελειώνουν
για όσους φτάνει ο μισθός
μονάχα κάτω απ’ το χώμα για να ζουν.

 

Νίκος Μοσχοβάκος

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ

Ήρθε πάλι μαζί με τα χρυσάνθεμα
και τα χωρίς αιδώ, γυμνά και ημίγυμνα δέντρα.
Τα καθήκοντά μου γνωρίζω καλώς·
βυσσινί, μπλε κίτρινο, ωχρό μέχρι λευκότητας
κι εκτροπής μαλαματένιο φαιό.
Έπειτα πρωινή συννεφιά, άφιξη υγρασίας,
ασάφεια ιδεογραμμάτων, βραχώδεις ακτές
με τη θάλασσα φουρτουνιασμένη
μες στην ασάφεια του γκρίζου.
Τέλος λησμονιά αποδημητικών, νομίσματα ανίσχυρα,
μελωδίες απόηχοι καιρών περασμένων,
κήποι απότιστοι, στο τραπέζι η φλόγα
μαζί με φθοράς μέρες κι αινιγματικά σούρουπα
που σαν γατιά κουλουριάζονται
στη γωνιά της μέρας που φεύγει.
Αίφνης αναρωτιέμαι ανήσυχος
πού είναι το πρόσωπό μου
και σε ποιον καθρέφτη θα το δω;

 

Νάνα Παπαδάκη

ΤΡΙΣΤΙΧΟ

Η άλλη βροχή σιωπηλή·
Το πρόσωπό μου ασταμάτητο στα δάχτυλά της
Σιγουρεύει τη λάμψη και την αμοιβαιότητα.

 

Γιολάντα Σακελλαρίου

ΒΥΘΙΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ ΣΤΙΣ ΜΝΗΜΕΣ

Βρεγμένο χώμα
του φθινοπώρου
αίσθηση πρόσφατης στοργής
στην άκρη των δακτύλων

Πριν ένα χρόνο
ακόμη αγαπούσες τα χρυσάνθεμα
μητέρα

 

Πέτρος Στεφανέας

ΘΕΡΜΙΔΕΣ ΔΡΟΣΙΑΣ

Ταξινομήσεις φιαλών με φθινοπωρινά ποτά
Πάνω στο δάπεδο του ορεινού καφενείου

Τα δοκιμάζω μετά από άδεια του ιδιοκτήτη

Ευτυχώς υπάρχει ζέστη στον χώρο
Δεν χρειάζεται να φορέσω τα πουλόβερ μου

Τα ποτά προκαλούν κρύο και κάποιες συνθήκες
Αναμένω την τελική οινογευσία του μετεωρολόγου

 

Λίνα Στεφάνου

ΦΥΣΗ ΦΘΙΝΟΥΣΑ

Αρχοντικά δέντρα σε πορτοκαλί παραφορά,
κόκκινα και κίτρινα χρώματα κιρκινέζια
καφέ σπουργίτια και μνήμες αλαφροπάτητες
στάζουν στις άκρες παράφορων φύλλων
που στροβιλίζονται, σαν χορός,
σαν πτώση και σαν θάνατος
κάθε Φθινόπωρο.

 

Γιώργος Χουλιάρας

ΦΤΗΝΑ ΑΠΟΡΩ

χειμώνα αρχίζουν όλα
άνοιξη ανοίγουν πολλά
και έπονται καιρού καλά
καθώς κάθε εποχή κυλά
αφού πια κανείς δεν μιλά

αν όμως φύλλα πέφτουν
σκορπίζοντας σελίδες
βιβλίων που ξεπέφτουν
ξανά θερίζοντας πατρίδες

είναι αργά για να μπορώ
να ψάχνω αλλού καιρό
σε άλλον χρόνο να χωρώ

έτσι είναι το φθινόπωρο
όσο φτηνά και αν απορώ

 

Χάρης Ψαρράς

ΑΛΑΦΡΟΪΣΚΙΩΤΟΣ

Ταράζεις τους κύκλους. Βλέπεις το δίχτυ
του σκοταδιού ν’ αλιεύει τον ιχθύ του φωτός.
Μεγαλώνεις. Μικραίνεις. Πώς και πώς
περιμένεις τον θάνατο. Κάθε ξενύχτι,

πάτημα κι αφορμή για να σκεφτείς
το κοράκι, τον πόρφυρα, το μελανοδοχείο,
μαρτυρικά νησιά (τις Αντίλλες, τη Χίο),
τον χρόνο που ’ναι των γραπτών πραματευτής.

Πίσω απ’ την κουρτίνα του ηλιακού ρολογιού
χτίζουν τ’ αποδημητικά φωλιά και στέγη
βρίσκουν εκείνοι που είδανε να φέγγει

στον θριγκό της θάλασσας τ’ ουρανού το γείσο.
Παίρνεις τον δρόμο τον στραβό. Τον κάνεις ίσιο.
Τον Οκτώβρη εντοπίζεις στην αρχή του Μαγιού.

 

Τα άλλα μέρη του «Ποιητικού αφιερώματος στο φθινόπωρο»:

1ο μέρος: https://diastixo.gr/logotexnikakeimena/poihsh/13181-fthinoporina-poihmata
3ο μέρος: https://diastixo.gr/logotexnikakeimena/poihsh/13274-oloklironoyn-afieroma-fthinoporo

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΟΙΗΣΗ
«Κι ο λύκος πάντα πλάι» του Πάνου Κυπαρίσση

ΛΥΤΡΩΤΙΚΗ ΑΝΑΓΩΓΗ Κερδίζει το άδειο περνάει πάντα πλάι, σε χωράει Επινοείς πικρό χαμόγελο να ξεχαστείς ωστόσο κάτι σε τραβάει στο ρήμα που χρωστάς και η κλωστή του κι άλλο αντέχει Τι λες στους φιλοσόφους...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΟΙΗΣΗ
«In Absentia» του Μανόλη Πολέντα

1.  Τι εστί χάρισμα και τι να χαρίζεις ό,τι έχεις για μιαν ελπίδα που ήταν ιδέα όταν η ιδέα έχει εγκαταλείψει την ελπίδα –  ας άντεχα να θυμηθώ   τα τελευταία λόγια που αντάλλαξα – με ποιον εαυτό; –   την τελευταία φορά που μίλησα. Ας  ...

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ > ΠΟΙΗΣΗ
«Έτσι πολύπαθη που είναι η καρδιά» του Γιάννη Στεφανάκι

ΑΝ ΣΕ ΚΑΝΟΥΝ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΤΑ ΛΑΘΗ ΚΑΛΩΣ ΚΑΜΩΜΕΝΑ (στο φως και στο σκοτάδι) Αν όμως τα έντερα σου δένουν κουβάρι  και την άκρη να βρεις δεν μπορείς  αν τα ίδια και πάλι θα κάνεις μόλις τη στροφή του δρόμου  αφήσεις· τότε  τα λάθη...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.