fbpx
Maja Lunde: συνέντευξη στη Μάριον Χωρεάνθη
Photo: © Sturlason

Maja Lunde: συνέντευξη στη Μάριον Χωρεάνθη

Η ιστορία των μελισσών είναι το πρώτο μυθιστόρημα για ενήλικες της Νορβηγίδας συγγραφέα Μάγια Λούντε. Κυκλοφόρησε το 2015 και έκτοτε η Λούντε έγραψε άλλα δύο, Το γαλάζιο (2017) και Το τέλος του ωκεανού, που θα κυκλοφορήσει στις αρχές του 2020. Γεννημένη στο Όσλο το 1975, έδειξε από μικρή την αγάπη και την έφεσή της στο γράψιμο. Σπούδασε φιλολογία και ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο του Όσλο, με μεταπτυχιακή ειδίκευση στην ιστορία του κινηματογράφου, ενώ η διδακτορική της διατριβή είχε θέμα την κινηματογραφική γραφή του σκηνοθέτη Nils R. Müller. Εργάστηκε ως σύμβουλος σε μουσεία κινηματογραφικής τέχνης και φεστιβάλ ταινιών, για να ασχοληθεί στη συνέχεια με τη συγγραφή σεναρίων για παιδικές τηλεοπτικές εκπομπές. Το 2011, το πρωτότυπο σενάριό της για μουσικοχορευτική ταινία με τίτλο Η μάχη διακρίθηκε στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Kosmorama. Την επόμενη χρονιά εξέδωσε τα δυο πρώτα της βιβλία για παιδιά, Children’s Supershow και Πέρα από τα σύνορα. Ακολούθησε το νεανικό μυθιστόρημα Η μάχη (βασισμένο στο ομότιτλο σενάριό της) και η χιουμοριστική σειρά βιβλίων «The coolest gang in the world», καθώς και το παιδικό The most amazing thing, εικονογραφημένο, μάλιστα, με πραγματική σοκολάτα. Η ιστορία των μελισσών γνώρισε διεθνή επιτυχία, απέσπασε διακρίσεις και υποψηφιότητες για βραβεία και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες, ενώ πρόκειται να μεταφερθεί στην οθόνη με τη μορφή μίνι σειράς. Στην Ελλάδα κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος, σε εξαιρετική μετάφραση του Σωτήρη Σουλιώτη. Από τον Κλειδάριθμο είναι επίσης διαθέσιμο και το βιβλίο της Το πνεύμα του χιονιού, με την πανέμορφη εικονογράφηση της Lisa Aisato, σε θαυμάσια μετάφραση της Χριστίνας Σωτηροπούλου. Στο πλαίσιο περιοδείας της σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, η Μάγια Λούντε –η οποία, χάρη στον παππού της, έχει δεσμούς με την Ελλάδα απ’ τα παιδικά της χρόνια– βρέθηκε στην Αθήνα στις 14 και 15 Νοεμβρίου, για την επίσημη παρουσίαση των βιβλίων της στη χώρα μας, και είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε μαζί της από κοντά.

Τι σας παρακίνησε να ασχοληθείτε με τις μέλισσες;

Είχε τύχει να παρακολουθήσω ένα ντοκιμαντέρ για το φαινόμενο που ονομάζεται «διαταραχή κατάρρευσης αποικίας» στα μελίσσια. Η εμπειρία ήταν σοκαριστική αλλά και συναρπαστική συγχρόνως. Είχα, βέβαια, υπόψη μου την εκπληκτική οργάνωση της κυψέλης και τη σημασία της επικονίασης των φυτών από τα έντομα, δεν είχα όμως συλλάβει το ζήτημα σε όλη του την έκταση. Βλέποντας την ταινία, συνειδητοποίησα ότι έπρεπε οπωσδήποτε να καταπιαστώ με το θέμα, ως μυθιστοριογράφος και όχι σαν επιστήμονας ή πολιτικός. Απ’ τη στιγμή που επινόησα τους τρεις βασικούς μου χαρακτήρες –οι οποίοι, ωστόσο, είναι λίγο-πολύ βγαλμένοι απ’ την πραγματικότητα– ήμουν έτοιμη να ξεκινήσω. Τα πρόσωπα αποτελούν πάντοτε τον πυρήνα του κειμένου μου. Χωρίς τους ήρωες και τις σχέσεις μεταξύ τους, οι ιστορίες μου δεν θα είχαν ραχοκοκαλιά, άρα ούτε και πλοκή.

Απ’ ό,τι βλέπουμε στο βιβλίο, οι γνώσεις σας επί του θέματος είναι εντυπωσιακές. Θα ’λεγε κανείς ότι μεγαλώσατε μέσα σε οικογένεια μελισσοκόμων.

Και όμως, όχι! Η αλήθεια είναι πως προτού αρχίσω την έρευνα, δεν είχα ιδέα. Μα απ’ τη στιγμή που πήρα την απόφαση, άφησα όλα τα άλλα στην άκρη. Έπεσα με τα μούτρα. Πέρασα το πρώτο εξάμηνο μελετώντας όσα άρθρα και συγγράμματα μπόρεσα να βρω. Συμβουλεύτηκα ειδικούς, δούλεψα μαζί με μελισσοκόμους. Και μόνο αφού είχα σχηματίσει μια σφαιρική ιδέα, άρχισα να γράφω το βιβλίο.

Φοβάμαι πολύ για το μέλλον. Η κινητήρια δύναμη των γραπτών μου είναι ο φόβος.

Για ποιο λόγο επιλέξατε τα συγκεκριμένα χρονικά σημεία;

Επειδή στις εποχές αυτές είχαν συμβεί σημαδιακά γεγονότα, τα οποία, άμεσα ή έμμεσα, μνημονεύονται στο μυθιστόρημα. Γύρω στο 1850 κατασκευάστηκαν οι πρώτες κινητές κυψέλες με τη μορφή που τις ξέρουμε σήμερα, από τον Λορέντζο Λάνγκσροθ. Από αυτόν εμπνεύστηκα τον χαρακτήρα του Γουίλιαμ – του αφανούς εφευρέτη που έτυχε να κατεβάσει πρώτος μια ιδέα, αλλά τα εύσημα τα πήρε κάποιος άλλος, που την εφάρμοσε αργότερα σε ευρύτερη κλίμακα. Ο Λάνγκσροθ είχε πέσει σε κατάθλιψη μετά τον θάνατο της γυναίκας του και η ενασχόλησή του με τις μέλισσες και τις κυψέλες ήταν γι’ αυτόν μια διέξοδος. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον Γουίλιαμ. Χάρη στον Λάνγκσροθ κατάφερα να μπω στο πνεύμα της εποχής εκείνης. Διάβασα επίσης πολύ Ντίκενς. Η ιστορία του Τζορτζ διαδραματίζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2007, τότε που κατέρρευσαν οι αποικίες των μελισσών. Οι ειδήσεις, θυμάμαι, έδειχναν τους μελισσοκόμους που είχαν χάσει τα μελίσσια τους – κι έβλεπες τους «ψημένους» εκείνους ανθρώπους να στέκουν πλάι στις έρημες κυψέλες και να μην μπορούν να κρατήσουν τα δάκρυά τους, ούτε να βρίσκουν λόγια να εκφράσουν τη συντριβή τους. Δεν ήταν, βλέπετε, μαθημένοι να εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους – ακριβώς όπως και ο Τζορτζ. Όσο για την Τάο, αν και η δική της ιστορία εκτυλίσσεται στο μέλλον, οι βάσεις της είναι πραγματικές. Μέσα στη δεκαετία του ’80, στο Σετσουάν, η δραστηριότητα των μελισσών μειώθηκε τόσο ώστε οι αγρότες αναγκάστηκαν να πασπαλίζουν οι ίδιοι τα φυτά με γύρη. Όλα αυτά ήθελα να τα αφηγηθώ, να τα μοιραστώ με τον κόσμο. Το πρόβλημα είναι παγκόσμιο, αφορά τόσο την Ευρώπη, όσο και την Αμερική και την Ασία.

Είναι ενδιαφέρον το ότι η αφήγηση ακολουθεί αντίστροφη χρονολογική σειρά, ξεκινώντας απ’ το μέλλον…

Όταν άρχισα να γράφω το βιβλίο, ξεκίνησα απ’ το δεύτερο μέρος, ύστερα έγραψα αρκετό απ’ το πρώτο και το τρίτο και μετά τα έπλεξα όλα μαζί. Δεν είχα εξαρχής αποφασίσει να ξεκινήσω απ’ το μέλλον, σκέφτηκα όμως ότι θα ήταν πολύ πιο γερό «χαρτί» για το πρώτο κεφάλαιο.

Οι αποικίες των μελισσών αντιστοιχούν στις ανθρώπινες κοινωνίες;

Ναι, βέβαια. Κι εμείς σχηματίζουμε «σμήνη» – οικογένειες, για παράδειγμα. Είμαστε ζώα κατεξοχήν κοινωνικά. Το ζήτημα αυτό, μάλιστα, με απασχολεί πολύ στο τρίτο μου μυθιστόρημα, που μιλά για είδη ζώων υπό εξαφάνιση. Και λέγοντας «ζώα» δεν εξαιρώ, φυσικά, τους ανθρώπους. Κι εμείς ζώα είμαστε, άλλο που έχουμε την τάση να το ξεχνάμε…

Μα και ο άνθρωπος, έτσι που πάει, είδος υπό εξαφάνιση κοντεύει να γίνει.

Δεν έχετε άδικο – αν και, αντικειμενικά, υπάρχουν είδη που κινδυνεύουν πολύ πιο άμεσα απ’ ό,τι εμείς. Σίγουρα όμως δεν βρισκόμαστε σε καλό δρόμο, αν συνεχίσουμε να ζούμε έτσι. Οι μέλισσες εργάζονται όλες μαζί για την κυψέλη τους, για το κοινό καλό. Η κυψέλη είναι ένας «υπεροργανισμός», δηλαδή κάτι το θαυμαστό. Και ο υπόλοιπος κόσμος το ίδιο: τα πάντα συνδέονται μεταξύ τους. Μα αυτό το λησμονούμε εμείς οι άνθρωποι. Μας ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα ο εαυτός μας, αντί να δίνουμε προτεραιότητα στο καλό του συνόλου. Από κει πηγάζει το μεγαλύτερο μέρος των προβλημάτων μας.

Άραγε, θα λυθούν ποτέ αυτά τα προβλήματα;

Ποιος ξέρει; Γι’ αυτό γράφω τα βιβλία μου και εκθέτω τους προβληματισμούς μου. Φοβάμαι πολύ για το μέλλον. Η κινητήρια δύναμη των γραπτών μου είναι ο φόβος. Όταν άρχισα να γράφω την Ιστορία των μελισσών, δεν ήμουν τόσο φοβισμένη όσο σήμερα. Πράγμα το οποίο αντικατοπτρίζεται στα βιβλία μου – όσο πάνε, γίνονται όλο και πιο «σκοτεινά». Δεν έχω απαντήσεις στα ερωτήματά μου. Αν είχα, θα ήμουν πολιτικός, όχι συγγραφέας.

Δεν έχω απαντήσεις στα ερωτήματά μου. Αν είχα, θα ήμουν πολιτικός, όχι συγγραφέας.

Κι οι πολιτικοί, βέβαια, για τον εαυτό τους κυρίως δουλεύουν…

Οι περισσότεροι, δυστυχώς. Αντί να ασχοληθούν με τα προβλήματα του κόσμου, δεν νοιάζονται παρά για το αν θα βγουν στις επόμενες εκλογές.

Ένα απ’ τα κυρίαρχα θέματα του βιβλίου σας είναι οι οικογενειακές σχέσεις, η αλληλεπίδραση ανάμεσα σε γονείς και παιδιά. Η κυψέλη είναι σαν μια μεγάλη οικογένεια, που όλα της τα μέλη συνυπάρχουν αρμονικά. Στις ανθρώπινες οικογένειες, τα πράγματα δεν είναι εξίσου απλά…

Κοιτάξτε – όταν γράφω, οι επιλογές μου δεν είναι όλες εσκεμμένες. Οι ιστορίες ξετυλίγονται από μόνες τους. Η δημιουργική διαδικασία είναι μερικές φορές ανεξέλεγκτη (και έτσι πρέπει). Οι σχέσεις γονιών και παιδιών με απασχολούν συχνά στα γραπτά μου. Ιδίως στα βιβλία μου με θέμα τη φύση, αφού οι γονείς και τα παιδιά εξ ορισμού αποτελούν κομμάτι της. Ο πρωταρχικός σκοπός των περισσότερων έμβιων όντων στον πλανήτη είναι η διαιώνιση του είδους τους. Για μας τους ανθρώπους, η σχέση μεταξύ γονιού και παιδιού είναι άκρως περίπλοκη. Όποιος έχει παιδιά, το γνωρίζει από πρώτο χέρι. Και όποιος έχει γονείς, φυσικά! Υπάρχει όμως και η αγάπη, τόσο ισχυρή που ξεπερνά σχεδόν τα πάντα. Μια αγάπη βιολογική, ενστικτώδης όσο και συναισθηματική. Γινόμαστε θυσία για τα παιδιά μας. Προκειμένου να εξασφαλίσουμε το μέλλον τους, αγοράζουμε πράγματα σωρηδόν, ώστε να μην τους λείψει τίποτα. Κι αυτό, πάλι, είναι ενστικτώδες – η προαιώνια ανάγκη της επιβίωσης.

Όπως τα ζώα, που αποθηκεύουν προμήθειες για τον χειμώνα.

Έτσι ακριβώς. Αλλά σ’ εμάς, τους ανθρώπους, το ένστικτο της αυτοσυντήρησης μάλλον κακό έχει κάνει παρά καλό, αφού μας οδήγησε στον καταναλωτισμό. Στη Νορβηγία, λόγου χάρη, το υψηλό βιοτικό επίπεδο λειτουργεί εις βάρος μας. Μπαίνουμε σ’ ένα σουπερμάρκετ και φερόμαστε σαν κυνηγοί της λίθινης εποχής: με το που βλέπουμε μια έκπτωση ή μια προσφορά, το ένστικτό μας γίνεται ληστρικό. Και η ανατροφή των παιδιών μας δεν μένει αλώβητη. Μια και τα παιδιά συνδέονται εγγενώς με το μέλλον, θέλουμε να τους το έχουμε έτοιμο, ώστε να μην κοπιάσουν στη ζωή τους. Ο ορισμός ενός «καλού» μέλλοντος είναι, βέβαια, ρευστός. Και τα τρία κεντρικά πρόσωπα του βιβλίου μου νομίζουν πως ξέρουν τι είναι το καλύτερο για τα παιδιά τους, εκείνα όμως έχουν διαφορετική άποψη. Άλλο να ξέρεις τι είναι το καλύτερο και άλλο να έχεις τις καλύτερες προθέσεις. Οι γονείς βλέπουν τον εαυτό τους στα παιδιά τους, με αποτέλεσμα να τα βασανίζουν, βγάζοντας πάνω τους τα δικά τους απωθημένα. Όπως συμβαίνει με τον Τζορτζ, στην Ιστορία των μελισσών: η φροντίδα για το μέλλον του γιου του δεν είναι ευλογία για το παιδί, αλλά βραχνάς.

Οι γονείς κάνουν επίσης το λάθος να σκέφτονται το μέλλον με όρους του παρόντος – κι έτσι, συχνά οι κόποι τους αποβαίνουν μάταιοι.

Αυτή είναι μια μεγάλη αλήθεια. Εμένα, ευτυχώς, η μητέρα μου μου έδωσε μια συμβουλή που βρίσκει εφαρμογή ανεξάρτητα από συνθήκες και εποχές. Μου είπε πως δεν περίμενε από μένα να γίνω κάτι συγκεκριμένο, αλλά να κάνω αυτό που εγώ ήθελα στη ζωή μου, και να το κάνω όσο το δυνατόν καλύτερα. Οι προσδοκίες της αφορούσαν περισσότερο εμένα την ίδια, το να αφιερωθώ ολόψυχα σε κάτι που αγαπούσα, παρά να ακολουθήσω μια «εγκεκριμένη» πορεία. Και την ευχαριστώ γι’ αυτό.

Ο ρόλος των μελισσών στη ζωή πάνω στη γη θεωρείται κομβικός, λόγω της καίριας συνεισφοράς τους στον διατροφικό κύκλο. Ισχύει το ίδιο και για άλλες μορφές ζωής;

Δυστυχώς, πολύ εύκολα ξεχνάμε ότι όλα πάνω στη γη συνδέονται. Είναι σαν μια απέραντη κυψέλη. Έτσι και εκλείψει ένα στοιχείο της, η απώλειά του θα επηρεάσει πολλά άλλα. Μια φίλη μου βιολόγος την παρομοιάζει με αιώρα. Αν αρχίσουμε να ξηλώνουμε τα νήματά της, η έλλειψή τους δεν θα γίνει αμέσως αισθητή. Στο τέλος, όμως, θα την καταντήσουμε άχρηστη. Πιθανώς δεν μετρούν εξίσου όλες οι απώλειες, αλλά οι μακροπρόθεσμες συνέπειές τους δεν θα είναι υπέρ μας. Ο κόσμος μας θα γίνεται ολοένα και φτωχότερος. Ο πλανήτης μας είναι οντότητα μαγική, μοναδική στο σύμπαν. Αιωρούμαστε στο χάος, ανάμεσα σε γυμνά κομμάτια πέτρας. Είμαστε ο μόνος πλανήτης που έχει πάνω του ζωή, και μάλιστα σε άπειρες υπέροχες μορφές, πολλές απ’ τις οποίες δεν έχουν καν καταγραφεί. Κι εμείς καθημερινά καταστρέφουμε ολόκληρα είδη. Λησμονούμε πόσο τυχεροί είμαστε που υπάρχουμε ακόμα. Περιφρονούμε τη θαυμαστή μοναδικότητα του περιβάλλοντός μας. Θα έπρεπε να θεωρούμαστε εγκληματίες.

Ας μην παραιτούμαστε νομίζοντας πως η ατομική μας προσπάθεια δεν θα μετρήσει. Ίσως τότε παρακινηθούν και οι πολιτικοί να κάνουν ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, να δείξουν επιτέλους κι αυτοί λίγη πυγμή.

Το δράμα κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου είναι ότι έχει επίγνωση της καταστροφής, χωρίς να είναι σε θέση να κάνει και πολλά πράγματα…

Πιστεύω πως δεν είμαστε εντελώς ανήμποροι, κι είναι πολύ σημαντικό να το θυμόμαστε αυτό. Στη Νορβηγία υπάρχει έντονος προβληματισμός σχετικά με την κλιματική αλλαγή, ο οποίος προξενεί ακόμα και κατάθλιψη. Έχω φίλους που υποφέρουν απ’ την αγωνία για το μέλλον των παιδιών τους. Το μόνο που όντως βοηθά σε τέτοιες περιπτώσεις είναι η δράση. Δεν είναι ανάγκη να κάνουμε τίποτα τρανταχτό. Για αρχή, μπορούμε να καταναλώνουμε λιγότερο. Να αγοράζουμε μόνο ό,τι χρειαζόμαστε, να μη χαλάμε άσκοπα νερό, να μην πετάμε ρούχα που δεν έχουν καν παλιώσει. Να βάλουμε στις βεράντες μας λουλούδια που προσελκύουν τις μέλισσες. Να αυξήσουμε το πράσινο στις πόλεις. Να χρησιμοποιούμε συχνότερα τις δημόσιες συγκοινωνίες αντί για τα αυτοκίνητά μας. Να ξαναθυμηθούμε το περπάτημα. Μεταβάλλοντας τις συνήθειές μας, αποκτάμε και περισσότερες επιλογές. Αντί να υπομένουμε την κατάσταση παθητικά, ας σκεφτόμαστε πώς θα την αλλάξουμε. Ας μην παραιτούμαστε νομίζοντας πως η ατομική μας προσπάθεια δεν θα μετρήσει. Ίσως τότε παρακινηθούν και οι πολιτικοί να κάνουν ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, να δείξουν επιτέλους κι αυτοί λίγη πυγμή.

Αν η οικονομική κρίση μάς δίδαξε ένα πράγμα, είναι ότι μπορούμε να ζήσουμε και με λιγότερα.

Στη Νορβηγία δεν είχαμε ανάλογη εμπειρία, μάθαμε όμως ότι ο οικολογικός τρόπος ζωής είναι καλύτερος. Το Όσλο είναι η Πράσινη Πρωτεύουσα της Ευρώπης. Και κάθε μέρα διαπιστώνουμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό. Η ατμοσφαιρική ρύπανση μειώνεται, οι πνεύμονες πράσινου και οι λωρίδες των ποδηλάτων πολλαπλασιάζονται. Έχουμε μελίσσια στις ταράτσες και λουλούδια παντού. Η όψη της πόλης γενικά έχει βελτιωθεί. Οι «πράσινες» πόλεις είναι αναντίρρητα πιο όμορφες απ’ τις μολυσμένες, και οι κάτοικοί τους πιο ευδιάθετοι.

Με τη συντριπτική επικράτηση της τεχνολογίας, δεν είναι λίγο αντιφατικό να πρεσβεύουμε την επιστροφή στη φύση;

Είναι αλήθεια ότι η παραγωγή των ηλεκτρονικών μας συσκευών επιβαρύνει το περιβάλλον. Το ίδιο και οι μπαταρίες τους, οι οποίες μετατρέπονται σε τοξικά απόβλητα. Απ’ την άλλη, τα κοινωνικά δίκτυα όπως το Instagram μπορούν να διαδώσουν ιδέες, να εμπνεύσουν τον κόσμο ώστε να αναλάβει δράση. Άρα δεν πρόκειται για κάτι αμιγώς κακό. Έχουν επίσης εφευρεθεί μηχανήματα που εντοπίζουν βλαβερές ουσίες στην ατμόσφαιρα, τις απομονώνουν και τις απορροφούν. Χάρη σ’ αυτά μπορεί να αποτραπεί το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Σίγουρα η παραγωγή τεχνολογικών μέσων αποτελεί μέρος του υπάρχοντος προβλήματος. Όπως επίσης και το ότι πετάμε άσκεφτα συσκευές που δεν είναι καν χαλασμένες, για να αγοράσουμε τα τελευταία μοντέλα. Το δικό μου κινητό το πήρα μεταχειρισμένο μέσω διαδικτύου, δεν θυμάμαι πόσα χρόνια πριν. Μια χαρά λειτουργεί ακόμα. Έτσι, δίνω και στα παιδιά μου το καλό παράδειγμα.

Τα πρώτα σας βιβλία απευθύνονταν στα παιδιά. Ποια είναι η σχέση των δικών σας με το διάβασμα;

Έχω τρεις γιους, 9, 11 και 15 ετών. Ο μεγάλος ζωγραφίζει και λατρεύει τα κόμικς. Ο μικρός διαβάζει μετά μανίας. Ο μεσαίος δεν πολυασχολείται. Δεν ξαφνιάζομαι, γιατί συνήθως τα αγόρια δεν τα πάνε καλά με τα βιβλία. Προσπαθώ να τον παρακινώ όσο γίνεται. Εμένα οι γονείς μου δεν δυσκολεύτηκαν να με μυήσουν στο διάβασμα. Στην εποχή της οθόνης, είναι μεγάλος μπελάς να είσαι γονιός και να αγωνίζεσαι να ξεκολλήσεις τα παιδιά σου απ’ τον υπολογιστή ή το κινητό. Πρέπει να είμαστε πιο αυστηροί, κι ας θυμώνουν μαζί μας.

Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τη συγγραφή;

Γράφω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Σαν παιδί έπαιζα πολύ και είχα πλούσια φαντασία. Έφτιαχνα ιστορίες στο μυαλό μου, τις οποίες άρχισα να γράφω μεγαλώνοντας. Από πάντα αγαπούσα το γράψιμο, σε κάθε του μορφή – ως και τις σχολικές εκθέσεις, τις εργασίες που μας έβαζαν στο πανεπιστήμιο, τη διδακτορική μου διατριβή. Έχω γράψει σενάρια για την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Όμως σ’ αυτούς τους χώρους οι διαδικασίες προχωρούν υπερβολικά αργά. Επέστρεψα, λοιπόν, στην καθαρόαιμη λογοτεχνία. Ένα απ’ τα πρώτα μου παιδικά βιβλία ήταν σενάριο για ταινία, για την οποία δεν κατόρθωσα να βρω χρηματοδότη. Τη μετέτρεψα, λοιπόν, σε μυθιστόρημα. Τον Φεβρουάριο που μας έρχεται, η ταινία επιτέλους θα κυκλοφορήσει. Μικρή δεν φιλοδοξούσα να γίνω ηθοποιός (αν και δεν θα μου κακόπεφτε), γιατί δεν το θεωρούσα κανονικό επάγγελμα. Με το που καταπιάστηκα πιο σοβαρά με το γράψιμο, ήταν σαν να με παρέσυρε χιονοστιβάδα. Και με παραξενεύει το ότι άργησα κάπως να το συνειδητοποιήσω. Πάντως δεν μετανιώνω για το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα. Κάτι άλλο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι το ύφος μου δεν έχει αλλάξει δραστικά από τότε. Αργότερα, βέβαια, λειτούργησε και η εμπειρία μου απ’ τα σενάρια – πιστεύω πως το γράψιμό μου δημιουργεί έντονες εικόνες. Το Χόλιγουντ πρόσφατα αγόρασε τα δικαιώματα της Ιστορίας των μελισσών μου. Ας ελπίσουμε ότι θα βγει σε καλό!

Από τις Εκδόσεις Κλειδάριθμος μόλις κυκλοφόρησε και το χριστουγεννιάτικο βιβλίο σας Το πνεύμα του χιονιού. Αριστουργηματική εικονογράφηση!

Δεν είναι όνειρο; Η εικονογράφος Lisa Aisato είναι πραγματικά απίστευτη. Το βιβλίο αυτό είχε μεγάλη επιτυχία στη Νορβηγία, διαβάστηκε από πάρα πολύ κόσμο. Από την πρώτη μέρα του Δεκέμβρη και κάθε μέρα ως τα Χριστούγεννα, διάβαζαν όλοι από ένα κεφάλαιο. Ήταν εκπληκτικό σαν ιδέα. Και δεν το διάβαζαν μόνο τα παιδιά, αλλά και οι μεγάλοι. Δεν απευθύνεται, άλλωστε, σε συγκεκριμένη ηλικία...

 

Η ιστορία των μελισσών
Maja Lunde
μετάφραση: Σωτήρης Σουλιώτης
Κλειδάριθμος
496 σελ.
ISBN 978-960-461-964-1
Τιμή €17,70
001 patakis eshop





Το πνεύμα του χιονιού: Μια χριστουγεννιάτικη ιστορία

Maja Lunde
εικονογράφηση: Lisa Aisato
μετάφραση: Χριστίνα Σωτηροπούλου
Κλειδάριθμος
200 σελ.
ISBN 978-960-461-971-9
Τιμή €19,90
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΞΕΝΟΙ
Lidija Dimkovska: συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

Η ποιήτρια, συγγραφέας και μεταφράστρια Λίντια Ντίμκοφσκα γεννήθηκε το 1971 στη Βόρεια Μακεδονία και ζει στη Σλοβενία. Έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές, τέσσερα μυθιστορήματα και μία συλλογή...

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ > ΞΕΝΟΙ
Viivi Luik: συνέντευξη στην Αγγελική Δημοπούλου

Η ομορφιά της ιστορίας είναι ένα μυθιστόρημα που αναπαριστά γλαφυρά τη ζωή στα Βαλτικά κράτη κατά τη διάρκεια της σοβιετικής κυριαρχίας. Με αφορμή την κυκλοφορία του στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Βακχικόν,...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.